Άγιος Αντώνιος

Άγιος Αντώνιος
I
Ονομασία οκτώ οικισμών.
1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 310 μ., 17 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μιραμπέλλου του νομού Λασιθίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νεάπολης.
2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 460 μ., 149 κάτ.) του νομού Κιλκίς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κρούσσων.
3. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 180 μ., 11 κάτ.) στην πρώην επαρχία Καινούργιου του νομού Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μοιρών.
4. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 180 μ., 75 κάτ.) στην πρώην επαρχία Κισσάμου του νομού Χανίων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κολυμβαρίου.
5. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 260 μ., 779 κάτ.) του νομού Θεσσαλονίκης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Βασιλικών.
6. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 430 μ., 100 κάτ.) στην πρώην επαρχία Φαρσάλων του νομού Λαρίσης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ναρθακίου.
7. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 890 μ., 141 κάτ.) του νομού Καστοριάς. Βρίσκεται στα βόρεια της Λίμνης της Καστοριάς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κορεστίων.
8. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 20 μ., 160 κάτ.) στην πρώην επαρχία Κισσάμου του νομού Χανίων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κισσάμου.
II
Ονομασία μικρών νησιών και ακρωτηρίων της Ελλάδας.
1. Νησί στα βορειοανατολικά του νησιού Αντίπαρος.
2. Νησί μπροστά στο λιμάνι του Αγίου Νικολάου Κρήτης. Λέγεται και Νικολονήσι.
3. Ακρωτήριο της Αίγινας, στη νοτιοανατολική ακτή.
4. Ακρωτήριο της Θάσου, στη νοτιοδυτική ακτή.
5. Ακρωτήριο στη βορειοδυτική Κρήτη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Αντώνιος της Πάντοβα — (Λισαβόνα περ. 1195 – Αρτσέλ, Πάντοβα 1231).Φραγκισκανός Πατέρας και άγιος της Δυτ. Εκκλησίας. Το κοσμικό του όνομα ήταν Φερνάντο. Σπούδασε θεολογία και ύστερα από εννέα χρόνια, μοναχός πλέον, υιοθέτησε το όνομα Α. και έφυγε για το Μαρόκο (1220) …   Dictionary of Greek

  • Αντώνιος o Μέγας — (Αίγυπτος 250; – Θήβαι, Αίγυπτος 356;). Άγιος της Ανάτ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Γόνος πλούσιων χριστιανών, μετά τον θάνατο των γονέων του (ήταν τότε20 ετών) μοίρασε τα υπάρχοντά του στους φτωχούς και έγινε ασκητής. Ο Α. έγινε ονομαστός όχι από τα… …   Dictionary of Greek

  • Ρίφιος, Αντώνιος — Ζωγράφος από την Κεφαλονιά. Έζησε στο τέλος του 18ου και στις αρχές του 19ου αι. Έργα του σώζονται στη Ζάκυνθο και τα κυριότερα στην Κεφαλονιά. Στη Ζάκυνθο βρίσκονται 5 πίνακές του, εμπνευσμένοι από τη ζωή του Ιησού, στον εκεί ναό της Αγίας… …   Dictionary of Greek

  • May 23 (Eastern Orthodox liturgics) — May 22 Eastern Orthodox Church calendar May 24 All fixed commemorations below celebrated on June 5 by Old Calendarists Contents 1 Saints 1.1 Other commemorations 2 Notes 3 …   Wikipedia

  • ναξος — I Νησί των Κυκλάδων, το μεγαλύτερο σε έκταση (428 τ. χλμ.) Α της Πάρου και Ν της Δήλου και της Μυκόνου. Διοικητικά αποτελεί επαρχία του νομού Κυκλάδων. Έχει ωοειδές σχήμα και λίγο διαμελισμένες ακτές, το ανάγλυφό της διαμορφώνεται από μια βασική… …   Dictionary of Greek

  • Liste bulgarischer Bezeichnungen griechischer Orte — Dieser Artikel oder Abschnitt bedarf einer Überarbeitung. Näheres ist auf der Diskussionsseite angegeben. Hilf mit, ihn zu verbessern, und entferne anschließend diese Markierung. In dieser Liste werden die südslawischen den griechischen… …   Deutsch Wikipedia

  • Liste mazedonischer Bezeichnungen griechischer Orte — Dieser Artikel oder Abschnitt bedarf einer Überarbeitung. Näheres ist auf der Diskussionsseite angegeben. Hilf mit, ihn zu verbessern, und entferne anschließend diese Markierung. In dieser Liste werden die südslawischen den griechischen… …   Deutsch Wikipedia

  • Liste südslawischer Bezeichnungen griechischer Orte — In dieser Liste werden die südslawischen den griechischen Bezeichnungen von Orten in Griechenland gegenübergestellt. Viele griechische Siedlungen hatten in ihrer Geschichte griechische und nichtgriechische Namensformen. Eine Vielzahl dieser Namen …   Deutsch Wikipedia

  • Nisyros — Gemeinde Nisyros Δήμος Νισύρου (Νίσυρος) …   Deutsch Wikipedia

  • Όλυμπος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Αυλητής, ραψωδός και ποιητής, που έζησε πριν από τον Τρωικό πόλεμο. Του αποδίδεται η εφεύρεση της αυλητικής ή η διάδοση της στην Ελλάδα. 2. Ό. ο Νεότερος. Αυλητής από τη Μυσία, που έζησε κατά πάσα πιθανότητα τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”